ποστάλι

ποστάλι
το, Ν
επιβατηγό πλοίο το οποίο, εκτός από τη μεταφορά επιβατών, διακινεί αλληλογραφία και φορτία σε μόνιμη βάση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. postale].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • πλοίο — Με τον όρο αυτό υποδηλώνεται γενικά κάθε αυτοκινούμενο πλωτό μέσο, που έχει διαστάσεις μεγαλύτερες από της λέμβου και προορίζεται για εμπορικούς (κυρίως μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών), πολεμικούς (επιφανειακές και υποβρύχιες πολεμικές… …   Dictionary of Greek

  • Εξιπερί, Αντουάν ντε Σεντ — (Antoine de Saint Exupéry, Λιόν 1900 – 1944). Γάλλος αεροπόρος και συγγραφέας. Σταδιοδρόμησε ως αεροπόρος και, μάλιστα, υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους πιλότους νυχτερινών πτήσεων, αφού πραγματοποιούσε από το 1929 τακτικά νυχτερινά δρομολόγια… …   Dictionary of Greek

  • επιβατικός — ή, ό 1. που ανήκει ή αναφέρεται στους επιβάτες, που προορίζεται γι αυτούς: Επιβατική αμαξοστοιχία. 2. το ουδ. ως ουσ., επιβατικό (ενν. πλοίο), πλοίο που μεταφέρει επιβάτες, το ποστάλι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”